Ο ΥΠΕΡΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΌΣ ΣΤΟ ΈΡΓΟ ΤΗΣ ΠΌΛΥΣ ΚΑΣΔΆ
Τέλος, στα πειράματα πρόβλεψης καρτών, οι πειραματιστές προβλέπουν κάρτες από ‘τράπουλες’ που έχουν διαταχθεί τυχαία και κανένα μάτι δεν τις έχει δει πριν. Άρα κανένα μοντέλο πομπού – δέκτη δεν μπορεί να εφαρμοστεί εδώ.
Γιάννης Αλμυράντης
Ινστιτούτο Βιοεπιστημών & Εφαρμογών, ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Υπερπροσδιορισμό (overdetermination) συνήθως ονομάζουν την παραγωγή ενός αποτελέσματος από
περισσότερες από μία αιτίες – αν και καθεμία από αυτές θα αρκούσε για να δώσει
το ίδιο αποτέλεσμα – και ακόμη
περισσότερο, ως εάν μεταξύ τους αυτές οι αιτιακές γραμμές, αν και ασυσχέτιστες,
να έχουν μια συνάφεια, μια ‘κρυφή συνεννόηση’ που διαφεύγει από τη δική μας
αντίληψη. Αυτές οι συγκλίνουσες γραμμές, που πιθανόν είναι παρούσες συχνότερα
απ’ ότι τις πιάνει το μάτι, φαίνεται να δίνουν στη ζωή μας μια αίσθηση συνεκτικότητας⋅ έτσι όταν μια
τελευταία ψηφίδα έρχεται σε ένα παζλ να λέμε συχνά ‘αυτό δεν θα μπορούσε παρά
να ήταν έτσι’, ή ακόμα και να την περιμένουμε αυτήν την ψηφίδα από πριν. Σαν
εκείνο το ‘σοφοί δε προσιόντων’ πού-και-πού να καταδέχεται να κάνει αισθητή την
παρουσία του στον καθένα μας, για να του δείξει ένα βάθος του κόσμου που δεν θα
το φανταζόμασταν πιο πριν.
Το έργο της Πόλυς Κασδά βρίθει στοιχείων
υπερπροσδιορισμού. Ακολουθώντας την πένα της αλλά και τους εικαστικούς της
πειραματισμούς, τα έργα της τα ίδια αλλά και τα μοτίβα που διαγράφει με τα δικά
της έργα και αυτά των φίλων της, φαίνεται (και είναι) σαν να έχει την ιδιότητα
να ανακαλύπτει δυναμικές γραμμές νοήματος που συγκλίνουν και παράγουν νέες και
νέες σημασίες με την αλληλεπίδρασή τους: ‘Μύθος
Δίκτυο’, με τις Χρυσαλλίδες της να επαναμαγεύουν τον κόσμο στα πέρατά του, ‘Κήποι της Ουρανίας’, όπου από μια
επετειακή αφορμή ξεκινάει μια σειρά καλλιτεχνικών γεγονότων που σχεδιάζονται
και εκτελούνται ‘εκ των ενόντων’, ένα χωριό στην Κρήτη που γίνεται ολόκληρο ένα
μουσείο και εκθετήριο έργων τέχνης και πολλά άλλα…
Πόλυ Κασδά, εγκατάσταση Χρυσαλλίδες στο βυθό της Λίμνης του Μόρνου 1990. Φωτο Στέφανος Σάμιος |
Όπως κάθε τίτλος και ο παρών θα αυτοδιαψευσθεί στη
συνέχεια, μια και εδώ θα μπορέσω να επισημάνω μερικές μόνο αφορμές για την
αναζήτηση σύγκλισης σημασιών και αιτίων στο ‘Συνειδητό Μάτι’ της Πόλυς Κασδά, στην ‘νέα του ενσάρκωση’ στο κοινό
τους πόνημα με τον φίλο και συνάδελφο Γιάννη Κόντο, και να κάνω μόνο διάσπαρτες
αναφορές στο υπόλοιπο έργο της.
Η σύγχρονη τέχνη λοιπόν, όπως καίρια η Πόλυ υπογραμμίζει,
ακολουθεί μια εσωτερική εξέλιξη που την οδηγεί από την στροφή της αναγεννησιακής
τέχνης προς τον εξωτερικό κόσμο, με την προοπτική και την ρεαλιστική
αναπαράσταση, στους πειραματισμούς του 20 αιώνα (και λίγο πριν), όπου το
ενδιαφέρον από τον ‘έξω κόσμο’ μεταφέρεται στο υποκείμενο, στον τρόπο πρόσληψης
της πραγματικότητας, στις λανθάνουσες δυνατότητες του παρατηρητή⋅ σε μια τέχνη που όπως γράφει: ‘υλοποιεί το αόρατο’. Σ΄ αυτή τη γραμμή
σκέψης βρίσκουμε και ένα βιβλίο που γράφεται δώδεκα χρόνια μετά το ‘Συνειδητό
Μάτι’, το ‘Αϊνστάιν – Πικάσο’ του
Arthur I. Miller [1], όπου ο συγγραφέας
αναπτύσσει πολλά από τα σημεία που η Πόλυ έχει αναφέρει, και άλλα βέβαια, γύρω
από την ανάδυση της νεωτερικότητας σ’ εκείνα τα κρίσιμα χρόνια στη αρχή του 20ου
αιώνα.
Βλέπουμε ότι, ενώ ο Πικάσο ακολουθεί την εσωτερική του
εξέλιξη μέχρι να συνθέσει το έργο του που εγκαινιάζει την ‘νέα εποχή’ στην ζωγραφική
του (και στη ζωγραφική γενικά), τις ‘Δεσποινίδες
της Αβινιόν’, και ο Αϊνστάιν την δική του εσωτερική πορεία για την
διατύπωση της θεωρίας της ειδικής σχετικότητας, γεγονότα που συμβαίνουν σχεδόν
ταυτόχρονα, οι αυτόνομες πορείες τους εμφανίζουν μια τέτοια σύγκλιση που οι
μελετητές της εποχής την παρατήρησαν σχεδόν αμέσως, καθώς αμφότεροι, συγχρόνως,
αναδεικνύουν την σχετικότητα του μέχρι τότε θεωρούμενου απόλυτου χώρου, και
στρέφουν την προσοχή τους στο ρόλο του παρατηρητή.
Δεν είναι αυτή η πρώτη φορά που η τέχνη και η επιστήμη
έχουν συγκλίνει στο τι στοχεύουν σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, αλλά και στο
τι μέσα χρησιμοποιούν για να το πετύχουν. Ο Monet όπως υπογραμμίζει η Πόλυ, κάνει σειρά πινάκων όπου αναπαριστά τον
καθεδρικό της Rouen διαφορετικές ώρες, με
διαφορετικούς φωτισμούς, κάνοντας το κτήριο να διαφέρει κάθε φορά, ανάλογα με
την ώρα και την γωνία απ’ όπου το βλέπουμε. Αυτό το κάνει λίγα χρόνια μετά από
την ανακάλυψη του ηλεκτρομαγνητισμού από τον Maxwell και λίγα χρόνια πριν από
την θεωρία της σχετικότητας, δύο σημεία καμπής για την σχετικοποίηση της
φυσικής μας αντίληψης για τον κόσμο.
Σύγκλιση ανάμεσα στις αισθητικές αναζητήσεις και τις
ανακαλύψεις της φυσικής έχουμε και με τον πουαντιγισμό του Seurat (κι αυτός
αναφέρεται στο ‘Συνειδητό Μάτι’) όπου
το φως και το χρώμα παρίστανται με σημεία και την αναβίωση λίγα χρόνια αργότερα
από τον Πλανκ και τον Αϊνστάιν της σωματιδιακής θεωρίας για το φως.
Στις παραπάνω περιπτώσεις, και σε πολλές ακόμα που μπορεί
να αλιεύσει κανείς στην ιστορία της σύγχρονης τέχνης, η σύγκλιση δεν μπορεί να
αποδοθεί σε (τουλάχιστον ευθύ) επηρεασμό, ενώ ο κανόνας είναι ότι πρώτα
εμφανίζεται η νέα ιδέα στην τέχνη και μετά η επιστήμη οδηγείται σε κάτι
ανάλογο…
Στο ‘Συνειδητό Μάτι’
η Πόλυ Κασδά δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εμφάνιση και ανάπτυξη του κυβισμού,
και του ‘συνθετικού κυβισμού’ όπου στο εικαστικό έργο προστίθενται ένθετα
αντικείμενα: κομμάτια από εφημερίδες, κορδόνια, εισιτήρια… Η Πόλυ γράφει: ‘ο
συνθετικός κυβισμός μας δίνει μια μη-εξειδικευμένη, προεπιστημονική άποψη του
κόσμου’.
Ο ζωγράφος δεν διστάζει να ‘μαστορέψει’ ένα δικό του
κόσμο, όπως τα παιδιά στα αυτοσχέδια κουκλόσπιτά τους. Όσο πιο αυτοσχέδια τόσο
πιο μαγικά και λυτρωτικά. Όπως ο C.G.Jung που ως παιδί είχε βρει την
ειρήνη της ψυχής του σκαλίζοντας ένα homunculus
από ξύλο, βάζοντας τον σε μια κασετίνα και κρύβοντάς τον στη σοφίτα [2]. Και
μεγαλύτερος, ως ψυχοθεραπευτής και αυτό-θεραπευόμενος, έφτιαχνε τις κατασκευές
του από χαλίκια και πέτρα, όπου πρόβαλε εκεί μορφές από το ασυνείδητο και το
ίδιο σύστηνε και στους ασθενείς του. Και φυσικά, οι μάγοι όλων των εποχών! Που
φτιάχνοντας μικρά εγκόλπια – φωλιές για αντικείμενα και για το ψυχικό φορτίο
που αυτά φέρουν, επιχειρούν να επιδράσουν στον ίδιο τον κόσμο και να αλλάξουν
τη ροή του.
Μέσα από τον συντονισμό του μικρού και του μεγάλου, του
μέρους και του όλου, με ένα τρόπο που η μια του όψη μοιάζει αιτιώδης αλλά η
άλλη είναι υπερπροσδιορισμένη: η μαγική επίκληση ζητά (χωρίς να επιδρά) να
συγκλίνει ο κόσμος με το μαγικό όνειρο. Στα μουσεία μας, συχνά συναντάμε
ευρήματα από τάφους, όπου, τυλιγμένα σε μολύβδινα φύλα στα οποία έχουν χαραχθεί
αποσπάσματα επωδών, βρίσκονται εκείνα τα
θραύσματα του κόσμου μας με τα οποία ο ‘μάγος’ έχει συνθέσει το μοντέλο
της επιθυμίας του, με το οποίο περιμένει να συγκλίνει (ή να το υπακούσει) ο
κόσμος…
Ο κατάδεσμος τής Πέλλας, μια κατάρα τού 4ου ή 3ου αι. π.Χ., είναι
ερωτική μαγική επωδός από μια γυναίκα, πιθανώς ονόματι Δαγίνα, τής οποίας ο
εραστής, Διονυσοφών, επρόκειτο να νυμφευθεί τη Θετίμα. Επικαλείται τούς
δαίμονες να μεταστρέψουν τον Διονυσοφώντα να παντρευτεί εκείνην αντί της
Θετίμας και ποτέ να μην παντρευτεί άλλη γυναίκα εκτός αν η ίδια ξετυλίξει τον
κατάδεσμο.
Διπλωμένος κατάδεσμος από την Άκανθο
Χαλκιδικής με ένα καρφί να τον
τρυπάει.
Η Πόλυ Κασδά αναφέρει σε σχέση με την εικόνα του κόσμου
που εκφράζει ο συνθετικός κυβισμός την άποψη του Claude Lévi-Strauss ότι σε
αντιστοιχία με την ‘επιστημονική’ και
τη ‘μυθική’ γνώση του κόσμου
βρίσκονται οι ιδιότητες του ‘μηχανικού’
και του ‘μάστορα’. Ο σύγχρονος εικαστικός,
ο παραδοσιακός μάγος, αλλά και ο καθένας από μας ως παιδιά, και σε μια όψη της
ύπαρξής μας συνεχώς, επιχειρούμε αυτό το
μαστόρεμα του κόσμου μέσα από την ενεργητική φαντασία, και τη προσήλωση στη
δυναμική που φέρουν οι ‘μορφές’.
Ο Αριστοτέλης όριζε τις αιτίες ως τεσσάρων ειδών: το υλικό αίτιο (την ύλη που εμπλέκεται στο
φαινόμενο), το ποιητικό αίτιο (ποιος – ποια
δυναμική το προκαλεί), το ειδικό αίτιο
(την αιτιώδη συσχέτιση που προκαλεί η μορφή [είδος στα αρχαία ελληνικά] – θα
λέγαμε πρόκειται για ένα ‘μορφικό αίτιο’),
και το τελικό αίτιο (αυτό που το ορίζει κάποιος
‘σκοπός’). Ενώ οι δύο πρώτες έχουν
επιβιώσει στην σύγχρονη επιστημονική αντίληψη, αντίστοιχη θέση δεν υπάρχει για
τις δύο επόμενες. Και ενώ το τελικό αίτιο συνδέεται συνήθως με την παραδοχή ή
μη ενός Θεού Δημιουργού, το ειδικό (μορφικό) αίτιο αντιμετωπίζεται από την
θετικιστική επιστήμη (ακόμη και στην αγνόηση ή την απόρριψή του) με αμηχανία.
Μη επιχειρώντας μια συστηματική ιχνηλασία την πορείας που αυτή η ιδέα διέγραψε
στον προεπιστημονικό κόσμο αλλά και αργότερα (π.χ. στο ρομαντισμό ως φιλοσοφικό
ρεύμα), ακόμη και ως εφαλτήριο για νέες
επιστημονικές ανακαλύψεις [3] θα σταθούμε για λίγο στην θεωρία ενός
σύγχρονου βιολόγου, του Rupert Sheldrake. Αυτός, βασισμένος σε πλήθος στοιχείων τόσο από
την βιολογία και την εξέλιξη όσο και από την ηθολογία των ζώων, την λαογραφία
και την κοινωνιολογία, διατύπωσε την παράδοξη για την κρατούσα αντίληψη περί
αιτιότητας, αλλά ελέγξιμη μέσω πειραματισμού άποψη, ότι “κάθε μορφή που έχει αναπτυχθεί μέσα από φυσικές,βιολογικές,
συμπεριφορικές ή άλλες διαδικασίες θα οδηγήσει στην αύξηση της πιθανότητας αυτή
η μορφή να επαναληφθεί όταν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις”. Ο Sheldrake ονόμασε την αρχή αυτή μορφικό συντονισμό (morphic resonance). Πρόκειται για μια σύγκλιση αποτελεσμάτων σε
διαδοχές απομακρυσμένων μεταξύ τους γεγονότων, όπου μια μορφή / φόρμα, άπαξ και
διαμορφώθηκε θα προκαλέσει μια άλλη αντίστοιχη να συγκλίνει μ’ αυτήν, ή θα
συνεξελιχθούν σε σύγκλιση που δεν θα εξηγείται στη βάση μόνον των κοινών τους
εξωτερικών παραγόντων. Στην εικόνα που ακολουθεί [4] βλέπουμε ‘αντίστοιχα’
ζωικά είδη που ανήκουν στους δύο μεγάλους κλάδους των θηλαστικών: αμνιωτά και
μαρσιποφόρα, που θεωρείται ότι απέκλιναν από τον κοινό πρωτοθηλαστικό πρόγονο
εδώ και περίπου 120 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Ενώ λοιπόν αυτά αναπτύχθηκαν σε απομόνωση (σε
διαφορετικές ηπείρους) εμφανίζονται σήμερα συχνά ως ‘ομόλογα’ είδη, με βαθμό
ομοιότητας που, κατά τον Sheldrake τουλάχιστον, δεν μπορεί να
αποδοθεί μόνον στην αναλογία ανάμεσα στα δύο οικοσυστήματα. Κατά τη θεωρία του
μορφικού συντονισμού, οι συνεξελισσόμενοι ζωικοί πληθυσμοί εμφανίζουν μια μη αιτιώδη
(με την συνήθη έννοια της αιτιακής σχέσης) αλληλεπίδραση που βασίζεται σε
σύγκλιση των μορφών.
Είναι έξω από τους σκοπούς αυτής της παρουσίασης μια
διεξοδική μελέτη των επιχειρημάτων γύρω από τις απόψεις του Sheldrake. Να σημειώσουμε μόνο ότι έχουν ανακοινωθεί
αποτελέσματα πειραμάτων όπου οι ιδέες του φαίνεται να επαληθεύονται
εντυπωσιακά. Εδώ επιλέξαμε αυτό το παράδειγμα, παρ’ όλο που είναι μόνον
ενδεικτικό, χάρη στην απλότητά του και την συνάφεια με αυτό που κυρίως θέλουμε
να πούμε: Το ενδεχόμενο οι μορφές καθ’ εαυτές να αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη
δυναμική, σαν μια ‘εναλλακτική αιτιότητα’.
Θα θέλαμε να επανέλθουμε στην έκφραση που παρέθεσε η Πόλυ
Κασδά, αυτήν που αντιπαραβάλει τον μηχανικό
με τον μάστορα. Αυτή τη φορά όμως θα
την θυμηθούμε όπως την διετύπωσε όχι ο Lévi-Strauss αλλά ένα άλλος πολύ
σημαντικός επιστήμονας, ο Francois Jacob, κορυφαίος βιολόγος και βραβείο Νόμπελ, που είπε ότι η
εξέλιξη δουλεύει λιγότερο ως μηχανικός και περισσότερο ως ‘μάστορας’, μέσω
μαστορέματος, bricolage (tinkering). Είναι εξαιρετικά
ενδιαφέρον το ότι τα δύο αυτά σημαντικά πνεύματα, από δύο διαφορετικούς τομείς,
διέγνωσαν τη σημασία και τη δυναμική του ‘tinkering’. Το ‘μαστόρεμα’ που εισηγείται ο Jacob περιορίζεται βεβαίως αποκλειστικά στο πλαίσιο της
ορθόδοξης εξελικτικής θεωρίας. Αν όμως το δούμε στο πνεύμα του Sheldrake, οδηγούμαστε στο ενδεχόμενο ότι το μαστόρεμα μπορεί
να περιλαμβάνει και την σύγκλιση με την ήδη υπάρχουσα ‘κοσμική’, συνολική
εμπειρία. Ότι πέραν από τη μηχανιστική αιτιοκρατία, σίγουρα πατώντας ‘με το ένα
πόδι’ σ’ αυτήν αλλά όχι μόνον σ’ αυτήν, ο κόσμος διαμορφώνεται ως εν όλον, όπου τα μέρη του συνδιαμορφώνονται,
όχι μόνον χάρη στην κλασική, αιτιώδη αλληλεπίδραση, αλλά και χάρη στην υπερπροσδιορισμένη φύση του. Μέσω της
σύγκλισης των μορφών. Κόσμου που οι μεσαιωνικοί τον αποκαλούσαν ‘unus mundus’ και τον αναπαριστούσαν ως Ουροβόρο Όφι (κι αυτός
παρών στο έργο της Πόλυς, ελλοχεύει στην σελίδα 72 του ‘Πυρίσπορου’, του άλλου της πονήματος).
Σε αυτό το πήγαινε-έλα που δεν φαίνεται να έχει τέλος,
επ΄ αφορμή του έργου της Πόλυς, ας έρθουμε μια φορά ακόμη στον Lévi-Strauss και
στην κορυφαία μεθοδολογική συνεισφορά
του, την επινόηση και την εισαγωγή του δομισμού στη μελέτη των γλωσσών και των
σχέσεων συγγένειας στις πρωτόγονες κοινωνίες. Αυτή η μεθοδολογία, που έχει για
μισό αιώνα προσφέρει τα μέγιστα στην γνώση μας για πλευρές των ανθρώπινων
κοινωνιών που μέχρι τότε ξέφευγαν της κατανόησής μας είναι ουσιαστικά μια χαλάρωση της απαίτησης για αιτιώδη κατανόηση, σε ορισμένες
περιπτώσεις. Εισάγει ένα τρόπο κατανόησης ‘κατ’ αναλογίαν’: Όταν ένα μοτίβο σχέσεων
αναδεικνύεται σε μία κοινωνία ή εντοπίζεται στο εσωτερικό ενός μύθου, εάν ένα
ανάλογο μοτίβο υφίσταται σε μία άλλη περίπτωση όπου όμως κάποιοι κόμβοι λείπουν,
αυτοί κατά το δομισμό μπορεί στη δεύτερη περίπτωση να υποτεθούν. Στην
πλειοψηφία των περιπτώσεων όπου αυτό το σχήμα εφαρμόστηκε, οι αρχικά
‘υποθετικοί’ κόμβοι πρόσφεραν ένα επίπεδο κατανόησης που με άλλες μεθοδολογίες
θα ήταν απρόσιτο. Εδώ ξαναβρίσκουμε μέσα στη νεωτερικότητα ένα σχήμα συγγενές
με το Ερμητικό ‘ως εν τοις άνω ούτω και
εν τοις κάτω’ που ίσχυε κατά την ύστερη αρχαιότητα και το μεσαίωνα,
θεμελιωμένο όχι μόνον βάσει αιτιώδους συσχέτισης αλλά και αναλογιών και
‘συγγενειών΄.
Αν και αυτός ο τρόπος σκέψης ανιχνεύεται και στο ‘Συνειδητό Μάτι’, Η Πόλυ Κασδά, με τις
δυνατότητες που της δίνει η καλλιτεχνική της ιδιότητα (ή οι καλλιτεχνικές της
ιδιότητες αν θέλετε) τον επαναλαμβάνει πολύ εντονότερα στον ‘Πυρίσπορο’ και ξαναβλέπουμε τον ίδιο
τρόπο σκέψης και στο πλέον πρόσφατό της ‘Όταν
με κατάπιε εκείνη η λέξη’. Εκεί, αποκαλεί με τον δικό της, συνοπτικό και
απολύτως προσφυή όρο: ‘something essential missing’ αυτό που εδώ με πολλά λόγια και αναμφίβολη
δυσκολία προσπαθούμε να περι-γράψουμε.
Αν και τον υπερπροσδιορισμό, τον οποίο διαλέξαμε ως οδηγό
μίτο σ’ αυτή τη διαδρομή στο έργο της Πόλυς Κασδά, τον εντοπίζουμε περισσότερο
σε ερμηνείες και σε εξηγητικά σχήματα όπως αυτά που συνοπτικά αναφέραμε: στην
τέχνη, στην ανθρωπολογία και σε σχήματα από το χώρο του μύθου, μια ανάλογη
‘παραδοξότητα’ στη αιτιώδη δομή του κόσμου πιθανόν να συνιστούν τα φαινόμενα
που συνολικά αναφέρονται ως Υπεραισθητή Αντίληψη,
Extrasensory Perception (ESP).
Στην νέα σύνθεση, στη βάση της τεχνητής νοημοσύνης από
τον Γιάννη Κόντο, του ‘needled’ conscious eye, συναντάμε εκτενή αναφορά στον Alan Turing, κορυφαία μορφή των πεδίων της μαθηματικής λογικής, της
θεωρίας των αλγορίθμων και των υπολογιστών, συχνά πιο γνωστό για το ρόλο του
στο σπάσιμο του κώδικα κρυπτογραφίας των Γερμανών στον Β’ Π.Π. με τη συσκευή ‘Enigma’, αλλά και για την τραγική προσωπική του ιστορία.
Ο Alan Turing λοιπόν, που την πνευματική του ρωμαλεότητα
δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, και που ποτέ δεν είχε κάποια ιδιαίτερη
ενασχόληση στο πεδίο της παραψυχολογικής έρευνας, έγραψε τις παρακάτω γραμμές
όσον αφορά την ύπαρξη της ESP. Τις μεταφέρουμε εδώ, πρόχειρα μεταφρασμένες,
από μια συλλογή κειμένων που συνέλεξαν δύο σημαντικοί επιστήμονες,
λογικομαθηματικοί και εκλαικευτές, εγνωσμένα σκεπτικιστές απέναντι στο ‘μεταφυσικό’
που όμως δεν λογόκριναν τον κορυφαίο συνάδελφο τους. Το βιβλίο σχεδόν
μοιράζεται τον τίτλο του βιβλίου της Πόλυς. Λέγεται ‘The mind’s I’ [5], σε ένα λογοπαίγνιο από
αυτά που οι επιστήμονες αυτών των κλάδων τόσο αγαπούν.
Απόσπασμα από το: ‘Computing
Machinery And Intelligence’
του A.M.TURING
….. Θεωρώ ότι
ο αναγνώστης είναι εξοικειωμένος με την έννοια της Εξωαισθητηριακής Αντίληψης,
και την σημασία των τεσσάρων κατηγοριών που περιλαμβάνει: Τηλεπάθεια, Διόραση,
Πρόγνωση, και Ψυχοκίνηση. Αυτά τα ενοχλητικά φαινόμενα φαίνεται να υπονομεύουν
όλες τις καθιερωμένες επιστημονικές απόψεις μας. Πόσο θα θέλαμε να τα
απορρίψουμε! Δυστυχώς η στατιστική μαρτυρία είναι συντριπτικά υπέρ, τουλάχιστον
της τηλεπάθειας. Είναι πολύ δύσκολο να διευθετήσει κανείς τις ιδέες του ώστε να
περιλάβουν αυτά τα νέα δεδομένα. … Η βεβαιότητα ότι τα σώματα κινούνται απλά
σύμφωνα με τους γνωστούς νόμους της φυσικής μαζί με μερικούς επιπλέον, που δεν
έχουν ακόμη ανακαλυφθεί αλλά που θα είναι ανάλογοι των γνωστών, θα είναι από τις
πρώτες που θα εκλείψουν...
Αφού λοιπόν ο Alan Turing μας το επιτρέπει, θα επωφεληθούμε να πούμε
δυο λόγια για το αν και κατά πόσον η ESP είναι
κάτι που μπορεί να ενταχθεί στο εξηγητικό μοντέλο μας για τον κόσμο, το
επικρατούν ‘Επιστημολογικό Παράδειγμα’ χρησιμοποιώντας τον όρο που εισήγαγε ο T.S.Kuhn ή αν, όπως αντίθετα ο ίδιος ο Turing εκτιμούσε, είναι αναπόφευκτο να οδηγήσει σε αλλαγές στα θεμέλια της κοσμοαντίληψής
μας, κάνοντας το υπερπροσδιορισμό όχι μόνον κατηγορία της ψυχολογίας ή των
ανθρωπιστικών επιστημών αλλά εξίσου καταστατική έννοια της μελέτης του φυσικού
(ή καλύτερα του αδιαίρετου, συνολικού) κόσμου.
Τα
πράγματα θα ήσαν απλά αν τα φαινόμενα ESP
μπορούσαν να ερμηνευθούν ως επικοινωνία πομπού – δέκτη μεταξύ δύο εγκεφάλων.
Μπορεί όμως να είναι έτσι; Αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο. Σε πείραμα που έχει
επανειλημμένα αναφερθεί ότι είχαν κάνει οι Σοβιετικοί [6], το εγκεφαλογράφημα
κουνέλας έδινε κορυφές όταν σκότωναν τα κουνελάκια της χιλιάδες μίλια μακριά,
ενώ η ίδια ήταν σε υποβρύχιο σε κατάδυση, σε ένα φυσικό κλωβό Φαρανταίη αδιαπέραστο από κάθε
συνήθη τύπο Η/Μ ακτινοβολίας. Σε πείραμα μεταφοράς εικόνων που έκαναν στο
Ινστιτούτο Στάνφορντ και δημοσιεύτηκε στο Nature [7] ο διαισθητικός που ζωγράφιζε εικόνες, που τυχαία επιλέγονταν και τις
κοιτούσε ‘στέλνοντάς’ του τες ένα μέλος της επιστημονικής ομάδας, ήταν
κλεισμένος σε θάλαμο θωρακισμένο έναντι κάθε γνωστής ακτινοβολίας.
Τέλος, στα πειράματα πρόβλεψης καρτών, οι πειραματιστές προβλέπουν κάρτες από ‘τράπουλες’ που έχουν διαταχθεί τυχαία και κανένα μάτι δεν τις έχει δει πριν. Άρα κανένα μοντέλο πομπού – δέκτη δεν μπορεί να εφαρμοστεί εδώ.
Τυπικές κάρτες Zener που χρησιμοποιήθηκαν στα πειράματα
που άρχισε ο J. B. Rhine που θεμελίωσε το ερευνητικό πεδίο της Παραψυχολογίας,
αρχικά στο πανεπιστήμιο του Duke, και που εξέδωσε την Journal of
Parapsychology
Ίσως
λοιπόν τα φαινόμενα του πεδίου της ESP να μας ανοίγουν
το δρόμο για την κατανόηση μιας άλλης θεμελιώδους όψης του κόσμου, και γι αυτό
ακριβώς ο Turing διέβλεπε το πόσο ανατρεπτική ήταν η υπέρ τους ετυμηγορία της
στατιστικής. Να είναι δηλαδή κι αυτά έκφραση του ‘unus mundus’, όπου όταν συμβαίνουν δεν έχουμε εκπομπή και
λήψη σήματος, αλλά ο κόσμος για μια στιγμή συμπεριφέρεται ως ‘όλον’ όπου κάποιο
μέρος του είναι σε επαφή κατά κάποιον τρόπο με κάποιο άλλο, χωρίς σε αυτό το
επίπεδο να μεσολαβεί απόσταση.
Ας
κλείσουμε αυτή την αναφορά στο έργο της Πόλυς Κασδά εδώ, με τη βεβαιότητα ότι
κατορθώνει με ένα ‘προεπιστημονικό’
τρόπο, τον τρόπο των Παράκελσου και
Λεονάρντο, του Μάγου-Γιατρού και του Homo Universalis να συνδέει το απτό με το άπιαστο (το ‘intangible’) και να εμφανίζει μπροστά μας αόρατες δυναμικές
γραμμές που δίνουν στον κόσμο μας λίγο περισσότερο νόημα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΈΣ
ΑΝΑΦΟΡΈΣ
[1].- Arthur I. Miller. Αϊνστάιν
– Πικάσο, εκδόσεις Τραυλός, 2002.
[2].- Carl Gustav Jung. Αναμνήσεις Σκέψεις Όνειρα, εκδόσεις Σπαγειρία, 1992.
[3].- Pierre Thuiller. Η εκδίκηση των μαγισσών – Ο ανορθολογισμός και η επιστημονική σκέψη,
εκδόσεις Leader Books, 2005. Η αναφορά μας στο κείμενο σχετίζεται με την σημασία για τον
σχεδιασμό του ομώνυμου πειράματος από τον Oersted των φιλοσοφικών του αντιλήψεων, μια ποιητική σύλληψη για το ενιαίο του
κόσμου, καθώς ήταν βαθιά επηρεασμένος από την ρομαντική φιλοσοφία της εποχής
του.
[4].- Rupert Sheldrake. The presence of the past, HarperCollinsPublishers, 1988.
[5].- Douglas R. Hofstadter Daniel C. Dennett. The
Mind's I: Fantasies And Reflections On Self & Soul, Bantam Books, 1982. Κυκλοφορεί και στα Ελληνικά, με τίτλο ‘Το
Εγώ της Νόησης’, εκδόσεις Κάτοπτρο, σε μετάφραση της Μυρτώς Αντονοπούλου.
[6].- Sheila Ostrander, Lynn Schroeder.
Psychic Discoveries Behind the Iron
Curtain. Prentice Hall Trade, 1984.